Βγάζοντας τα κάστανα από την φωτιά (ή μια πρώτη ματιά στα εκλογικά αποτελέσματα της 6ης Μάη)

α. Το κλίμα μέσα στην κάλπη

Το γεγονός ότι δεν πιστεύουμε ότι ο κόσμος αλλάζει μέσα από τις εκλογές (κι «ότι αν μπορούσε να αλλάξει με εκλογές, αυτές θα ήταν παράνομες», όπως λέει κι ο γνωστός γερο-αναρχικός), δεν σημαίνει ωστόσο ότι η ανάλυση των εκλογικών αποτελέσματων στερείται σημασίας. Ειδικά σήμερα, που η κρίση βαθαίνει όλο και περισσότερο.

Οι εκλογές της 12ης Μάης με ένα τρόπο επιβεβαίωσαν τα συμπεράσματα στα οποία έχουμε καταλήξει συμμετέχοντας στους κοινωνικούς αγώνες και παρατηρώντας τις συμπεριφορές και τις στάσεις του κόσμου τα τελευταία δύο χρόνια, αλλά και το συνολικότερο κλίμα που διαμορφώνεται μέσα στην ελληνική κοινωνία ήδη από το Μάρτη του 2010.

Η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης βαθαίνει όλο και περισσότερο, και μεγάλα στρώματα τόσο των εκμεταλλευόμενων (εργαζομένων και ανέργων), όσο και των μικροαστών (πρώην και νυν αφεντικών, ελεύθερων επαγγελματιών κλπ) αναζητούν ένα νέο ιδεολογικό και πολιτικό όχημα διαφυγής, που θα καταφέρει να σπάσει τις βαρυτικές επιδράσεις της κρίσης για να τους οδηγήσει έξω από το πεδίο της. Οι επιλογές προς την ανοιχτότητα, την συμμετοχικότητα και την ελευθερία από την μια πλευρά, ή προς την κλειστότητα, τον αυταρχισμό και τoν ολοκληρωτισμό από την άλλη, είναι ακόμα ανοιχτές (όσο κι αν το πάνω χέρι το παίρνουν προς το παρών οι πρώτες) και παλεύουν για το ποια θα επικρατήσει. Οι συνθήκες που ζούμε είναι συνθήκες ιστορικές δηλαδή εύπλαστες, και άρα οι ευθύνες μας ως ανταγωνιστικό κίνημα είναι περισσότερο οξείες από κάθε άλλη περίοδο τα τελευταία 30 χρόνια.

Το κορυφαίο αποτέλεσμα των εκλογών ήταν η αποτύπωση και στις κάλπες της απόρριψης της πολιτικής διαχείρισης του δημόσιου χρέους που εφαρμόζεται τα τελευταία δύο χρόνια. Αυτό δηλαδή που βλέπαμε στις διαδηλώσεις -πράγμα που κορυφώθηκε στην κυριακάτικη διαδήλωση της 12ης Φλεβάρη- κόντρα σε όλες τις απόψεις που θεωρούσαν ότι «τίποτα δε γίνεται», ότι «ο κόσμος δεν κινείται», ότι «μια από τα ίδια και τώρα», κλπ, έγινε φανερό: πάνω από 60% των ψηφοφόρων και πιθανότατα το μεγαλύτερο ποσοστό της αποχής εκφράζει αυτό το πράγμα.

Στην εκλογική διαδικασία αυτό το αποτέλεσμα αναλύθηκε ως αποσάρθρωση σε όλα τα επίπεδα των παραδοσιακών αστικών σχημάτων, πάει να πει διάλυση των παραδοσιακών κοινωνικών συμμαχιών του πολιτικού προσωπικού με τους εκμεταλλευόμενους και τα διευρυμένα μικροαστικά στρώματα. Αυτό το πράγμα ισχύει και για την πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατία, και για την παραδοσιακή δεξιά και δεν είναι μικρής σημασίας για την εξέλιξη του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.

Η άνοδος του συριζα και των ανεξάρτητων ελλήνων, αλλά ακόμα και ενός 20% του εκλογικού σώματος, που δεν μπόρεσε να εκπροσωπηθεί πολιτικά, αποτυπώνει το άλλο μισό αυτής της διαδικασίας, δηλαδή την απόπειρα ενός κομματιού του κόσμου που ψήφισε να ανακαλύψει μια εναλλακτική λύση διαχείρισης της παρούσας κρίσης εντός των κοινοβουλετικών πλαισίων, στο φως της κατάρρευσης των παραδοσιακών αστικών σχημάτων.

Ωστόσο, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Η άνοδος του συριζα, ενός σχηματισμού που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προτείνει μια επιστροφή στην πασοκική σοσιαλδημοκρατία του 80 χωρίς στην πραγματικότητα να εκφράζει μια καινοτόμα ιστορικά ιδεολογική αντίληψη, ή μια τολμηρή πολιτική πρακτική διεκδίκησης, αλλά απλώς μια στοιχειώδη αντίσταση στην επέλαση της βαρβαρότητας με έντονα στοιχεία καιροσκοπισμού, με λίγα λόγια ενός σχηματισμού που παλατζάρει πολιτικά αδυνατώντας να λύσει τις εσωτερικές συγκρούσεις που του προκαλούν τα αντιτιθέμενα πολιτικά και κοινωνικά συμφέροντα που προσπαθεί να εκπροσωπήσει, εκφράζει όπως και να το κάνουμε, την επιλογή ενός μεγάλου κομματιού του κόσμου που κατέβαινε στους δρόμους και στις πλατείες τα τελευταία χρόνια, για διέξοδο από την κρίση (το μεγαλύτερο ποσοστό του 20%, που αφορά τους πολιτικούς σχηματισμούς που δεν εκπροσωπήθηκαν εκφράζει ακριβώς το ίδιο πράγμα). Ιδεολογική επιλογή σίγουρα, αλλά η μόνη (έστω και ψευδώς) εναλλακτική πρόταση για τους ανθρώπους που θέλησαν να πάρουν μέρος στο παιχνίδι της κοινοβουλετικής φάρσας.

Αντίθετα, ο σχηματισμός των ανεξάρτητων ελλήνων, εκφράζει καταρχήν αυτό που κοινωνιολογικά θα οριζόταν ως «λαϊκισμός της άκρας δεξιάς», δηλαδή μια απόπειρα ενός κομματιού του κεφαλαίου και των μικροαστικών στρωμάτων να ξαναδημιουργήσουν μια αξιόλογη πρόταση διεξόδου από την κρίση, βασισμένη στις κοινωνικές συμμαχίες μιας αστικής τάξης προσανατολισμένης στις αξίες της πατρίδας, του έθνους και της τάξης. Προφανώς αυτός ο σχηματισμός δεν δημιουργήθηκε απλώς για να καλύψει το κενό που άφησε η συντριβή του κόμματος του Καρατζαφέρη, αλλά για να καλύψει τις καταστραμμένες προοπτικές ενός συντηρητικού κομματιού της (δεξιάς) διαμαρτυρίας ενάντια στην επέλαση της πολιτικής διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Το εντυπωσιακό με το συγκεκριμένο κόμμα είναι το γεγονός ότι χρησιμοποίησε σχεδόν αποκλειστικά τις νέες τεχνολογίες (διαδίκτυο), πράγμα που δείχνει μεν την δύναμη των νέων τεχνολογιών, αποδεικνύει όμως παράλληλα και την αδυναμία του: δεν στήνονται βιώσιμες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες χωρίς κομματικούς μηχανισμούς, χωρίς την άμεση επικοινωνία και τις έμπρακτες ανταλλαγές μεταξύ των πολιτικών μορφών και των κοινωνικών υποκειμένων, χωρίς δηλαδή την δημιουργία πραγματικών (και όχι virtual) κοινοτήτων συμφερόντων.

β. Ο παράγοντας χρυσή αυγή και τα πρακτικά προβλήματα που βάζει

Τέλος, η χρυσή αυγή. Μια ναζιστική συμμορία 100-200 ανθρώπων πανελλαδικά, οι μισοί τουλάχιστον από τους οποίους είναι ενεργά στελέχη της οικονομίας του εγκλήματος: νταβατζήδες, λαθρέμποροι όπλων, προστάτες και ιδιοκτήτες κωλόμπαρων, ροζ ξενοδοχείων, κλπ με ποικίλες σχέσεις με τον κρατικό μηχανισμό (και στην στρατιωτική του εκδοχή). Όσο κι αν φαίνεται περίεργο την καλύτερη ανάλυση για τη Χρυσή Αυγή την έκανε σε δύο τηλεοπτικές κουβέντες ο γιος του ιδεολογικού της πατέρα: «η χρυσή αυγή αποτελεί μια επαναστατική διέξοδο από την κρίση για κάποιο κόσμο της δεξιάς, δεν έχει στελεχιακό δυναμικό, εκφράζει ακριβώς μια επιλογή οργής και τιμωρίας για το πολιτικό σύστημα». Πράγματι η χρυσή αυγή εκφράζει την επιλογή μιας ολοκληρωτικής διαχείρισης της εξουσίας, που «θα σπάσει στο ξύλο τους προδότες μέσα στην βουλή» και «που θα διώξει τους λαθρομετανάστες». Είναι γεγονός ότι και το πρώτο και το δεύτερο, ίσως περισσότερο το πρώτο από το δεύτερο, έσπρωξε σεβαστό κομμάτι της νεολαίας που δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το συμβολισμό των αγκυλωτών σταυρών, ούτε τους ύμνους στο χίτλερ, στο να κάνει αυτή την επιλογή.

Είναι όλα αυτά εφιαλτικά για μας ή όχι; Εκφράζουν κάτι καινούργιο ιστορικά μέσα στην ελληνική κοινωνία ή όχι; Τέλος πως μπορούμε να τα αντιμετωπίζουμε ;

Να πούμε καταρχήν ότι χρειάζεται μια σοβαρή εξέταση και μια έρευνα πάνω στα εκλογικά αποτελέσματα για να μπορεί κάποιος να αποφανθεί με σιγουριά για το ποιοι ψήφισαν χρυσή αυγή. Αυτή την έρευνα δεν την έχουμε κάνει μέχρι τώρα, ωστόσο κάποιες πρώτες εκτιμήσεις μπορούμε να κάνουμε σχετικά.

Καταρχήν, χρυσή αυγή ψήφισε ο μηχανισμός της τάξης μονοκούκι: τα σώματα ασφαλείας, οι ανθρωποφύλακες, οι εργαζόμενοι στις εταιρίες security, κάποια κομμάτια του στρατού. Από κει και πέρα, ένα μεγάλο κομμάτι της νέας δημοκρατίας και του λαος (το 1/3 του πρώην λαος πήγε στην χρυσή αυγή σύμφωνα με την έρευνα μετατόπισης των ψηφοφόρων της vprc, άρα σχεδόν το 35% της χ.α. προέρχεται από το λαος), από όπου πιθανόν προέρχεται και ο μέχρι χθες ανύπαρκτος [1] εκλογικός μηχανισμός της στην επαρχία. Ένα σεβαστό κομμάτι της άνεργης και της εργαζόμενης νεολαίας (το 30% στις ηλικίες 25-34), που βιώνει το αδιέξοδο της κρίσης, που «θέλει να δει ξύλο στη βουλή» και που θα ψήφιζε χωρίς δισταγμό και τη συνωμοσία των πυρήνων της φωτιάς, αν κατέβαινε στις εκλογές. Ένας κόσμος δηλαδή που είναι με τα μυαλά στα κάγκελα και που υπό προϋποθέσεις είναι ακριβώς αυτό το κομμάτι που μπορεί να αποτελέσει την μαγιά της ακροδεξιάς για το ρίζωμα της στις γειτονιές.

Προφανώς, όλα αυτά μένει να αποδειχτούν μέσα από την ερευνητική διαδικασία.

Αυτό που δεν χρειάζεται καμιά απόδειξη είναι ότι η εκλογική επιτυχία των νεοναζί είναι ένα φαινόμενο ανησυχητικό με πραγματικούς όρους, ένα φαινόμενο που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως εκμεταλλευόμενοι στο σήμερα. Όχι τόσο επειδή εκφράζει την πιο ακραία εκδοχή του ρατσισμού (γιατί δεν ήταν ακραία εκδοχή του ντόπιου ρατσισμού-φασισμού η διαχείριση του ζητήματος με τις οροθετικές πόρνες, από το Λοβέρδο;), ούτε για τους συνειρμούς που γεννάνε τα ναζιστικά σύμβολα στην βουλή, ή την πραγματική ή όχι δυνατότητα ναζιστικής εκτροπής που κυοφορεί. Τα πρακτικά προβλήματα που γεννάει η άνοδος της χρυσής αυγής είναι πρώτα από όλα το ότι ένας πακτωλός χρημάτων θα εισρρεύσει στα γραφεία της συμμορίας από τα κρατικά ταμεία νόμιμα, πράγμα που θα της επιτρέψει να εξαγοράσει λούμπεν στοιχεία και να στήσει κοινωνικές συμμαχίες και αφετέρου το ότι πολύ πιο εύκολα οι μαχαιροβγάλτες της θα βγάζουν μαχαίρια σε μετανάστες και σε πολιτικούς αντιπάλους.

Το ότι είναι ανησυχητικό το φαινόμενο της εκλογικής επιτυχίας της χρυσής αυγής δεν πρέπει από την άλλη να μας δημιουργεί πανικό. Ούτε να κρυφτούμε χρειάζεται, ούτε να πάρουμε τα όπλα (σ’ αυτή την φάση). Κάθε ριζοσπαστικός πολιτικός σχηματισμός, δηλαδή κάθε πολιτικός σχηματισμός που δεν αποδέχεται την αστική νομιμότητα της κατανομής των εξουσιών αλλά πρεσβεύει το δυναμικό κοινωνικό μετασχηματισμό (είτε προς την απελευθέρωση, είτε προς τον ολοκληρωτισμό) χρειάζεται ένα σύνολο πραγμάτων για να αναπτυχθεί, να εξελιχθεί και τελικά να ισχυροποιηθεί: αφενός πολιτικό σχέδιο/πρόταση/πρόταγμα (χοντρικά: ιδεολογία και στρατηγική), αφετέρου κοινωνικές συμμαχίες, που θα θέσουν μια συλλογική υλική δύναμη προς αυτή την κατεύθυνση.

Αυτά με την σειρά τους χρειάζονται ένα σωρό πραγμάτων που δεν είναι της ώρας να τα αναλύσουμε, αλλά που στην περίπτωση μας θα επικεντρωθούμε στα εξής δύο: α. την δύναμη του δρόμου και β. τα κοινωνικά ριζώματα. Η χρυσή αυγή, σε σχέση με το ανταγωνιστικό κίνημα πάσχει και στα δύο. Με όλα τα προβλήματα που έχει η μακροχρόνια αντιφασιστική δράση (εκτός από το κύριο πρόβλημα της που είναι μια ιδεολογική πρόσληψη του ναζι-φασισμού κοινή -με παραλλαγές- σε όλες τις συλλογικότητες, μοιράζεται επίσης μια -πολύ περιοριστική στους ορίζοντες της- ακτιβίστικη νοοτροπία) πολλών συλλογικοτήτων της αντιεξουσίας και της αριστεράς, έχει καταφέρει να περιορίσει τη δυνατότητα της χρυσής αυγής να κάνει ελεύθερα προπαγάνδα στο δρόμο, να στήνει εκλογικά κέντρα, να ανοίγει γραφεία, να διαδηλώνει (διαδηλώσεις που προστατεύονται από όλες τις πλευρές από τους μπάτσους σε άδειους δρόμους, μπορεί να τονώνουν το ηθικό των πιτσιρικάδων της συμμορίας, αλλά δεν έχουν και καμιά κοινωνική αξία χρήσης), κλπ Η πολιτική δυναμική κρούσης των ναζί στην ελλάδα, είναι πραγματικά αντίστροφη σε ισχύ από την πολιτική της εκπροσώπηση στο κοινοβούλιο. Αυτό το πράγμα πρέπει να συνεχιστεί, αλλά με ακόμα πιο ανοιχτούς όρους κι όχι με όρους πολέμου συμμοριών.

Όσον αφορά το δεύτερο στοιχείο. Η χρυσή αυγή τα δύο τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να κάνει άνοιγμα προς τους αναξιοπαθούντες της κρίσης, ή τουλάχιστον αυτό προπαγανδίζει (π.χ. βοήθεια στους «έλλληνες που έχουν ανάγκη», κλπ). Το βέβαιο είναι ότι σε περιοχές όπως ο αγ. Παντελεήμονας, εκμεταλλευόμενη την άγρια κατάσταση που έχει δημιουργήσει η φασιστική πολιτική αποκλεισμού των μεταναστών από το ευρωπαϊκό κεφαλαίο, έχει καταφέρει να δημιουργήσει κάποιες κοινωνικές σχέσεις. Προς το παρών και λόγω του ότι οι μαχαιροβγάλτες δεν έχουν και μεγάλη δυνατότητα επικοινωνίας παρά μόνο με λούμπεν στοιχεία και λόγω της πραγματικής έλλειψης ευφυίας τους, όπως και της πολιτικής πίεσης που τους ασκεί το κίνημα, τα πραγματικά κοινωνικά της ριζώματα είναι περιορισμένα. Εννοείται πολύ πιο περιορισμένα και πολύ πιο αδύναμα από τα αντίστοιχα του ανταγωνιστικού κινήματος. Ωστόσο είναι δεδομένο ότι το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μάη, θα της δώσει την ευκαιρία να επιχειρήσει και σ’αυτό το πεδίο.

Το χουμε γράψει και υπερασπιστεί δημόσια και έμπρακτα πολλές φορές: Όσο η κρίση θα βαθαίνει κι όσο η διαδικασία φτωχοποίησης θα εντείνεται, είναι δεδομένο ότι αυτό είναι το κύριο πεδίο κατεύθυνσης μιας ανταγωνιστικής πολιτικής στο σήμερα. Αν δεν καταφέρουμε να καλύψουμε το κενό προνοιακής πολιτικής που δημιουργεί η κατάρρευση των κρατικών δομών και να σταθούμε αλληλέγγυοι σε όλους αυτούς που η κρίση πετάει στα σκουπίδια, είναι φανερό ότι αυτό το πείραμα θα το επιχειρήσει η ακροδεξιά.

Με αυτή την έννοια είναι πολύ μερική μια αντίληψη και μια πρακτική που μέχρι τώρα έκανε ιδεολογική προπαγάνδα ενάντια στους ναζί στα σχολεία με αφίσες κλπ, ή που προσπαθούσε να αντιπαρατεθεί μαζί τους μόνο στρατιωτικά (και δη με όρους συμμορίας), αντίστοιχα. Όταν ο ναζί -μπράβος δίνει «λύση» στο πρόβλημα του κατοίκου μιας γειτονιάς που νιώθει να απειλείται από τους μετανάστες εκδιώκοντας τους από τη γειτονιά αυτή, ή όταν ο ναζί-τραμπούκος αυτοπαρουσιάζεται σαν απειλή για το σύστημα, αποτελεί ιδεολογία να θέλεις να τον αντιμετωπίσεις, αναδεικνύοντας την καταγωγή τους από το χίτλερ, είτε με όρους «πολέμου συμμοριών».

Την σίτιση των πεινασμένων, την στέγαση των αστέγων, την αλληλεγγύη στους αγωνιζόμενους, την νομική στήριξη στους εργαζόμενους, την ιατρική περίθαλψη των ανασφάλιστων, πρέπει να τις αναλάβουμε εμείς. Όπως πρέπει να αναλάβουμε να σηκώσουμε τις κόντρες ενάντια στα αφεντικά σε κάθε χώρο δουλειάς, την έμπρακτη αλληλεγγύη στους απεργούς, την κυκλοφορία των αγώνων…

γ. Συνοψίζοντας σε μια παράγραφο ένα εκλογικό αποτέλεσμα

Όπως και να χει το πράγμα, εδώ και δύο χρόνια οι εκμεταλλευόμενοι (και όχι μόνο) με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δείχνουν την δυσαρέσκεια και την απαξίωση τους στο πολιτικό σύστημα των τελευταίων 40 χρόνων, αφού πρώτα δοκιμάσουν διάφορες προοπτικές: στην αρχή δοκιμάστηκε το πασοκ, στις κινητοποιήσεις του περασμένου Μάη-Ιούνη δοκιμάστηκε «η άμεση δημοκρατία και η πολιτική χωρίς κόμματα», μετά δοκιμάστηκε το «όλον πασοκ», κατόπιν η εθνική ενότητα (πασοκ-νδ), τώρα μένει να δοκιμαστεί η αριστερά. Υπό συγκεκριμένους όρους, αυτό το καθήκον θα έπρεπε να το αναλάβει το κκε, που υποτίθεται ότι έχει μια διαφορετική πρόταση για το σήμερα. Για συγκεκριμένους λόγους το κκε αποσύρθηκε από αυτό το καθήκον και η ευθύνη αναλήφθηκε από το Συριζα. Η πείρα λέει ότι αυτός ο σχηματισμός, αν αναλάβει κυβερνητικές πρωτοβουλίες (τώρα ή αργότερα, εφόσον δεν προκύψει κυβέρνηση), θα συντριφτεί και θα απομείνει να δοκιμαστούν άλλες λύσεις: ή η αυτόνομη και οριζόντια διαχείριση της κοινωνικής παραγωγής και αναπαραγωγής από τα συμβούλια στην παραγωγή και όλους τους αντιθεσμούς του κινήματος, ή ο ολοκληρωτισμός. Ούτε οι μεν, ούτε οι δε είναι σε θέση να το κάνουν αυτό σήμερα. Όσον αφορά εμάς, δεν μπορούμε επειδή ακριβώς μέσα στους χώρους παραγωγής αυτοί οι αντιθεσμοί είναι ανύπαρκτοι, ενώ στις γειτονιές δεν είναι ακόμα αρκετά δυνατοί. Όσον αφορά τους φασίστες, μπορεί να έχουν μια συμπάθεια σε τμήμα του στρατού και στο μηχανισμό της δημόσιας τάξης, αλλά αυτά δεν αρκούν.

Αλλά ας μην βιαζόμαστε να κάνουμε αυτή την συζήτηση, δεν είναι ακόμα η ώρα της. Ώρα είναι να κάνουμε προετοιμασίες για να υποδεχτούμε αυτό που έρχεται.

08.05.2012

Ηobo

Υ.Γ. 1. Όταν γράφτηκε το κείμενο δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία για το «ποιος ψήφισε χρυσή αυγή» κλπ, πέρα από τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls. Επίσης η φάση του παιχνιδιού με την διερευνητική εντολή μόλις άρχιζε. Ακόμα κι αν όπως είναι πιθανό, σε ενδεχόμενες νέες εκλογές, η χρυσή αυγή θα χάσει κομμάτι της δύναμης της, για μας δεν θα αλλάξουν στην πραγματικότητα πολλά πράγματα.

Σημειώσεις

[1] Και σήμερα: σχεδόν στοιχειώδης.[]

 

10 Σχόλια

  1. Συμφωνώ σε αυτά που γράφεις Hobo. 2-3 πραγματάκια μόνο. Γράφεις: “το κύριο πρόβλημα της που είναι μια ιδεολογική πρόσληψη του ναζι-φασισμού κοινή”. Θα ήθελες να το εξηγήσεις λίγο αυτό; Εννοείς ότι ταυτίζει το ναζισμό με το φασισμό;
    Ακόμη, λες πολύ σωστά ότι δεν αρκεί σήμερα κανείς να κάνει ιδεολογική προπαγάνδα στην πιτσιρικάδα ή να χτυπάει φασίστες, αλλά πρέπει να μεριμνήσει για την αναπαραγωγή των πιο εξαθλιωμένων ανάμεσά μας. Ωστόσο, αυτά δεν είναι δουλειές του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος; Εννοώ, κοινωνικά ιατρεία, επανασυνδέσεις και καταλήψεις στέγης ή κοινωνικά φροντιστήρια (που μέχρι πριν λίγα χρόνια θα έβγαζα σπυριά αν το άκουγα) θα μπορούσαν να οργανώσουν συνελεύσεις γειτονιάς/ στέκια. Μια αντιφασιστική συνέλευση τι άλλο θα μπορούσε να κάνει εκτός από αυτά τα μερικά που αναφέρεις, εκτός αν φυσικά δε βρίσκεις κινηματική αξία χρήσης στις αντιφασιστικές συνελεύσεις.
    Όσο για το σύριζα, από τη μία σωστό αυτό που λες, ότι αναγκαστικά μετά έχεις δύο δρόμους, ωστόσο δεν είμαι σίγουρη ότι και να εκλεγεί θα τον αφήσουν τόσο εύκολα να κάνει τα δικά του, ειδικά εφόσον δεν έχει και στέρεες κοινωνικές βάσεις που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τους κραδασμούς της προπαγάνδας ΜΜΕ/κρατικής προβοκάτσιας κλπ

  2. Συντρόφισσα (ή σ/φε;) Ε, το κείμενο είναι βιαστικό και έχει αρκετές ασάφειες, που ωστόσο μπορούν να διασαφηνιστούν μέσα από το διάλογο.
    Γράφοντας ότι «η αντιφασιστική δράση μοιράζεται μια ιδεολογική πρόσληψη του ναζι-φασισμού κοινή –με παραλλαγές- σε όλες τις συλλογικότητες», δεν εννοώ ότι τα πολιτικά υποκείμενα ταυτίζουν το ναζισμό και το φασισμό, ταύτιση που εν πολλοίς δεν είναι και άτοπη. Εννοώ ότι οι συλλογικότητες της αριστεράς και της αντιεξουσίας που εναντιώνονται στους φασίστες, μοιράζονται εν πολλοίς μια ιδεολογική πρόσληψη του τι είναι ο ναζισμός (και ο φασισμός). Και είναι ιδεολογική αυτή η πρόσληψη, επειδή είναι διαχωρισμένη από την πραγματικότητα του «τι πραγματικά είναι ο ναζισμός» (κι ο φασισμός). Εκδηλώσεις αυτής της πρόσληψης είναι για παράδειγμα χοντροκομμένα σχήματα, που μοιράζονται τέτοιες συλλογικότητες, όπως «οι φασίστες είναι σκατόψυχοι» ή ακόμα πιο εκλεπτυσμένες ιδέες ότι «κάποιος είναι ρατσιστής/ φασίστας επειδή απολαμβάνει να είναι τέτοιος». Προφανώς τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, εδώ αναφέρω ένα απλό παράδειγμα του τι εννοώ λέγοντας «ιδεολογική πρόσληψη του ναζι-φασισμού».
    Τέλος, για να ολοκληρώσω εν συντομία στο πρώτο κομμάτι, ή θα αντιληφθούμε το φασισμό (και το ναζισμό) σαν την σύνθεση από το κεφάλαιο των σχέσεων εκμετάλλευση-κυριαρχία στην πιο απόλυτη μορφή τους, σύνθεση που στόχο έχει να ξεπεράσει την κρίση των καπιταλιστικών σχέσεων, ή δύσκολα μπορούμε να συζητήσουμε γι’αυτά τα φαινόμενα πατώντας στο έδαφος.
    Συμφωνώ ότι δουλειά του ευρύτερου ανταγωνιστικού κινήματος (συνελεύσεων γειτονιάς, κλπ) είναι η αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων μέσα στις συνθήκες της κρίσης, αν και θα είμαι λίγο επιφυλακτικός απέναντι στις μορφές και στα περιεχόμενα που έχουν κάποιες δομές τις οποίες αναφέρεις (π.χ. κοινωνικά ιατρεία). Ως σκυα έχουμε ξεκινήσει εδώ και καιρό (με αφορμή και την έκδοση της οριζοντιότητας) μια σχετική συζήτηση για το τι χαρακτηριστικά μπορεί να έχει μια δομή αλληλοβοήθειας ώστε να είναι ανταγωνιστική στις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις, και να μην τις αναπαράγει με άλλο τρόπο, συζήτητη που προσωπικά εύχομαι να βγει στο δημόσιο χώρο και να αγκαλιαστεί σύντομα από το ευρύτερο κίνημα.
    Τι σημαίνει τώρα η ύπαρξη μιας αντιφασιστικής συνέλευσης στο φως της αντίληψης του ναζι-φασισμού σαν την ολοκληρωτική μορφή των σχέσεων εκμετάλλευση-κυριαρχία, δηλαδή τι σημαίνει δομή και λειτουργία ενός μορφώματος και τελικά τι σημαίνει αξία χρήσης του, έξω από αυτές τις σχέσεις; Θα έλεγα ότι αν πριν μερικά χρόνια μπορεί να σήμαινε ότι ένα κομμάτι της άγριας νεολαίας των σχολείων και των γηπέδων θα είχε λιγότερες πιθανότητες να σηκώνει το χεράκι της και περισσότερες να σηκώνει την γροθιά της, σήμερα αισθάνομαι ότι η αξία χρήσης μιας τέτοιας διαχωρισμένης δομής, θα ήταν πολύ περιορισμένη. Ή οι συνελεύσεις των εκμεταλλευόμενων (άνεργων, εργαζόμενων κ.α.) στους χώρους εργασίας και στις γειτονιές θα βάλουν το ζήτημα του φασισμού ως μέτωπο ανταγωνισμού αδιαχώριστο από το γενικότερο αγώνα τους, ή πραγματικά αυτό που λέμε «αντιφασιστικός αγώνας» θα βυθίζεται όλο και περισσότερο μέσα στην δίνη της ιδεολογίας και της ματαιότητας.
    Τέλος αν ο Σύριζα, που την τελευταία βδομάδα έχει καταφέρει να δείξει όλο το βάθος του καιροσκοπισμού και του σταλινισμού του, πίστευε αυτά που λέει, την μέρα που θα έπαιρνε την κυβέρνηση θα καλούσε στους δρόμους (κι όχι μόνο) όλο το δυναμικό που κρύβει η εκλογή του και τότε θα δούμε τι θα γινότανε. Επειδή όμως είμαι σχεδόν βέβαιος ότι κανείς από το στελεχικό του δυναμικό δεν πιστεύει τίποτα από αυτά που ισχυρίζεται, πιστεύω ότι η μοίρα αυτού του κόμματος είναι προδιαγεγραμμένη από τα κάτω, όχι από τα πάνω.

  3. Μιας και υπάρχει διάθεση για διάλογο (και εφόσον υπάρχει και δηλωμένη διάθεση το σάιτ να προσφέρεται για αυτό), ας τον συνεχίσω. Αρχικά να πω ότι μοιραζόμαστε την ίδια αντίληψη για τον ορισμό του φασισμού. Σε σχέση με την κυρίαρχη για την αριστερά/αντιεξουσία αντίληψη του, η ιδεολογική πρόσληψη του φασισμού για μένα έχει μία κύρια αιτία: το να αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου σαν πολιτικό υποκείμενο ή σαν αντιφασίστρια (συντρόφισσα όπως κατάλαβες). Δηλαδή η ανταγωνιστική “αντίφα” παράδοση στην Ελλάδα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά που περιέγραψες παραπάνω, τα “συμμορίτικα” και τη φάση της αντιπληροφόρησης/ ιδεολογικής προπαγάνδας. Και από την άλλη, αυτή η αντίληψη της συμμετοχής στον ανταγωνισμό ως πολιτικά υποκείμενα, δεν έδινε χώρο στη δημιουργία συνελεύσεων στη βάση των κοινών μας αναγκών, ώστε να μπουν εκεί αυτά τα ζητήματα, άρα ισχυροποιούνταν και η επιλογή της διαχωρισμένης αντιφασιστικής συνέλευσης. Ακόμα όμως και κόσμος που μοιράζεται και κυκλοφορεί την ίδια αντίληψη για το φασισμό, υιοθετεί τις ίδιες πρακτικές. Δεν μπορώ να πω ότι τις ακυρώνω (ή δεν τις έχω εξασκήσει και η ίδια) και τελείως, αφού όντως έχουν πετύχει να “μην έχουν οι φασίστες το δρόμο” που λέμε. Σίγουρα όμως δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος/να είναι αποτελεσματικές στη σημερινή συνθήκη. Χαρακτηρισμοί ωστόσο “σκατόψυχοι φασίστες” κλπ προσπαθούν να συσπειρώσουν ένα κομμάτι της νεολαίας στα γήπεδα/σχολεία/πλατείες. Aυτό από τη μία νιώθω ότι αναπαράγει ίσως -πέρα από μια συσκότιση της συνθήκης σίγουρα- διάφορα προβλήματα τύπου: γηπεδική-“καγκούρικη” κουλτούρα/ξυλίκια από ειδικούς της βίας/μάτσο συμπεριφορές. Από την άλλη, με προβληματίζει το γεγονός ότι αυτές οι ηλικίες είναι που λες “με τα μυαλά στα κάγκελα” και πιθανή δεξαμενή όχι απαραίτητα της ΧΑ αλλά ενός κομματιού του προλεταριάτου που θα αρχίσει πχ μόνο του να οργανώνεται και να χτυπάει μετανάστες, ή το “ρίζωμα της ακροδεξιάς στις γειτονιές” όπως λες κλπ. Σε σχέση λοιπόν με την μικρή αξία χρήσης μιας διαχωρισμένης δομής ενάντια στον κοινωνικό εκφασισμό, αναγνωρίζω τη μερικότητα της και τις αδυναμίες της, επιφυλάσσομαι όμως (έχοντας στο νου μου και τα παραδείγματα από Ιταλία και Γερμανία του μεσοπολέμου).

    Σίγουρα το θέμα του αντιφασισμού θα αρχίσει να μπαίνει σε συνελεύσεις του προλεταριάτου. Ήδη ας πούμε σε συνελεύσεις γειτονιάς έπρεπε να αντιπαρατεθεί κόσμος με πατριωτικές λογικές τύπου Σπίθα, ΕΠΑΜ ή από γείτονες ενάντια στους μετανάστες. Η απεργία πείνας των 300 μεταναστών εργατών επίσης ήταν ένα ζήτημα που πιστεύω ότι πόλωσε την ελληνική κοινωνία στα δύο με τα αιτήματά και τα περιεχόμενά της. Επίσης μιλώντας για την αναπαραγωγή κι εγώ έχω ζητήματα με αυτές τις περίφημες “αντιδομές” και θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να δούμε το κείμενο που λέτε. Τις έθιξα μόνο γιατί κατάλαβα ότι εννοούσες αυτές. Φυσικά εννοώντας “να περιθάλψουμε τους ανασφάλιστους” μπορούσες να εννοείς τα 5ευρα, τα κλεισίματα των νοσοκομείων και τους αγώνες μας ενάντια σε αυτά ή τη δυναμική, συλλογική διεκδίκηση της περίθαλψης μας (όπως πχ κάνουν τόσα χρόνια οι τσιγγάνοι), απλά δε μου ήταν πολύ ξεκάθαρο.

    Τώρα σε σχέση πάλι με το Σύριζα και τις κωλοτούμπες του, και σε σχέση με το ότι είναι τελειωμένη υπόθεση από κάτω, είναι αυτό το από κάτω που με φοβίζει. Ότι εφόσον δεν επιλέγει να καλέσει ένα κόσμο στο δρόμο να στηρίξει κινηματικά αυτά που λέει, θα υπάρξει μια κοινωνική κίνση αντιδραστική από τα κάτω που θα στηρίζει ολοκληρωτικές λύσεις μιας και “την αριστερά την είδαμε”. Και ότι εφόσον δεν υπάρχει κίνημα που να ικανοποιεί τις ανάγκες μας (με ή χωρίς αυταπάτες για το Σύριζα), η εκλογή του θα επιταχύνει αυτές τις ολοκληρωτικές λύσεις, είτε κάνει διαγραφή/επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με πιθανή χρεωκοπία και κανιβαλισμό είτε (το πιθανότερο) αυτό που λες, να μην κάνει τίποτα και να απογοητεύσει τον κόσμο που τον στήριξε. Αλλά το κίνημα βέβαια, το πραγματικά ανταγωνιστικό, είναι και δικιά μας δουλειά.

  4. Εγώ θα θελα να πεις λίγο τι εννοείς λέγοντας “με πιο ανοιχτούς όρους”. Κάντο ταληράκια. (όχι σε μένα, στο κείμενο). Δώσε κάποιο πρόσφατο παράδειγμα τέτοιας δράσης. Το λέω γιατί δε μου φαίνεται τόσο εύκολο όσο ακούγεται, υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες.

    Επίσης αν θεωρείς πως το ΚΚΕ θα παίξει το ρόλο εφεδρείας ή ανατροπής όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει εξαντλήσει το πολιτικό του κεφάλαιο-δυναμική μέσα από τον κυβερνητισμό του.

  5. Συντρόφισσα Ε, προσυπογράφω αυτά που λες για το φασισμό/ αντιφασισμό. Για να το πάω λίγο παρακάτω θα πρόσθετα ότι μια ολόκληρη κουλτούρα διαχωρισμού, που συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτό που εμείς λέμε “πολιτική της ταυτότητας”, είναι -ανάμεσα στα άλλα- βασικό στοιχείο της ιδεολογικής πρόσληψης του ναζι-φασισμού.
    Σε σχέση με αυτά που γράφω στην τελευταία παράγραφο του β. μέρους (“Τη σίτιση των πεινασμένων….κ.λ.π.) εννοώ σίγουρα αυτό που γράφεις (τους αγώνες ενάντια στα 5 ευρα, κλπ). Εννοώ όμως και το χτίσιμο μη-ιδεολογικών -θα έλεγα: ανταγωνιστικών- δομών αλληλοβοήθειας/ κοινωνικής αλληλεγγύης, μέσα στις οποίες, πάντα μαζί με αυτούς που έχουν την συγκεκριμένη ανάγκη, θα αναλαμβάνουμε την ικανοποίηση των αναγκών που το σημερινό κράτος αποφάσισε ότι δεν οφείλει να μας παρέχει. Των δικών μας και των δικών τους.
    Κι όταν λέω θα αναλαμβάνουμε, δεν εννοώ προφανώς η σκυα. Εννοώ εκείνο το κομμάτι του κινήματος που είναι σταθερά προσανατολισμένο προς τον κοινωνικό ανταγωνισμό, δηλαδή προς την ικανοποίηση αναγκών και επιθυμιών των εκμεταλλευόμενων στο σήμερα, με το βλέμμα στο αύριο. Δεν γνωρίζω πόσο πιο απλά να γράψω αυτό που θέλω σε δύο γραμμές.
    Το γράφω αυτό και για να αποσείσω από πάνω μου οποιαδήποτε κατηγορία “λογικής πρωτοπορίας” (μου επισημάνθηκε από ένα σύντροφο ότι η συγκεκριμένη διατύπωση είναι επισφαλής απέναντι σ’αυτό), όπως και οποιαδήποτε κατηγορία “φιλανθρωπίας”.
    Αυτά προς το παρών.

    Σύντροφε Ναύτη, θα σου πω ένα παράδειγμα “ανοιχτής δράσης”.
    Πριν από χρόνια σε μια γειτονιά της Αθήνας, οι φασίστες αποφάσισαν να ζητήσουν άδεια από ένα δήμο για να ανοίξουν γραφεία. Ο δήμος έδωσε την άδεια κι αυτοί ετοιμάστηκαν να το κάνουν. Αμέσως σήμανε συναγερμός στις διάφορες πολιτικές παρέες αντιφασιστικής δράσης, αλλά και στη ντόπια λαϊκή συνέλευση, ενώ παράλληλα ξεκίνησε μια συζήτηση με τον τρόπο που γίνεται σ’αυτές τις περιπτώσεις. Οι περισσότερες παρέες θέλανε να πάνε να κάψουν, να ισοπεδώσουν κλπ ένα βράδυ τα γραφεία. Αντίθετα η ντόπια λαϊκή συνέλευση θέλησε να κάνει ανοιχτό κάλεσμα τη μέρα των εγκαινίων των γραφείων των φασιστών, ώστε να δώσει την ευκαιρία σε όσο το δυνατό περισσότερους εκμεταλλευόμενους να συμμετάσχουν στη διαμαρτυρία (ισοπέδωσης των γραφείων). Πράγματι υπερίσχυσε η ανοιχτή, δημόσια δράση από τις ακτιβίστικες/ λενινοστρατιωτικές ενέργειες.
    Πολύ απλά αυτό είναι ένα παράδειγμα του τι εννοώ όταν γράφω δράση με ανοιχτούς όρους.
    Όσον αφορά τις αντικειμενικές δυσκολίες, θα σου πω κάτι που μου έκανε φοβερή εντύπωση. Υπάρχει ένα βίντεο αναρτημένο στο διαδίκτυο, από πρόσφατη αντιφασιστική δράση, που συμπεριλάμβανε πρώτα μικροφωνική σε πλατεία και μετά πορεία. Στο βίντεο φαίνονται καθαρά πολλά πρόσωπα ντόπιων ( κατοίκων της περιοχής και πολιτικών υποκειμένων) και μεταναστών (κατοίκων των περιοχής). Αναρωτιέμαι αν είναι αφελείς όλοι αυτοί οι τύποι, ή αν πρέπει να δείξουμε και μεις ξεκάθαρα και χωρίς φόβο τα πρόσωπα μας, ακόμα κι όταν πραγματοποιούμε τέτοιες δράσεις. Τείνω γενικά να καταλήξω στο δεύτερο. Δεν ξέρω αν σου απάντησα για τις “αντικειμενικές δυσκολίες”, ίσως χρειάζεται να διευκρινίσεις καλύτερα τι εννοείς.
    Τέλος για το κκε και το συριζα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι κομμάτι του ελληνικού κράτους, δηλαδή της νομής εξουσίας και προνομίων σε συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα. Ότι επαναστατικές κορώνες και να ξεφουρνίζουν, δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ούτε την εικόνα του κκε να προστατεύει τη βουλή στις 20 Οκτώβρη και κατόπιν να μας επιτίθεται μαζί με τους μπάτσους, ούτε το συριζα να καταγγέλει τους “προβοκάτορες” της 12ης Φλεβάρη. Ας ευχηθούμε μόνο, όταν έρθει η κρίσιμη ώρα να δράσουμε, να έχουν σε τέτοιο βαθμό απονομιμοποιηθεί, ώστε να μην μπορούν να θέσουν απέναντι μας καμιά σοβαρή κατασταλτική δύναμη (εννοώ από τα στελέχη τους).

  6. Μια πρώτη ένσταση: η ΧΑ δεν αποτελείται από 100-200 άτομα πανελλαδικά. Μπορεί κανείς να πει πως ο σκληρός πυρήνας της Αθήνας κατεβάζει στο δρόμο καπου τόσους, αλλά η αλήθεια είναι πως έχουν οργανωμένη βάση και σε άλλες περιοχές της χώρας, όπου κάνουν αρκετή προπαγανδιστική δουλειά, όπως δείχνουν και τα νούμερα ψήφων. Από την άλλη, είναι ακριβές το ότι υπάρχει μια διασύνδεση μαφιόζικης νοοτροπίας με την οργάνωση, πάντως αυτό παραμένει αλήθεια κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα και ειδικά στην Αθήνα. Ακόμα και οργανωμένα στελέχη της επαρχίας με κανένα τρόπο δεν οραματίζονται τα μεγαλεία των συναδέλφων τους του κέντρου. Κλασσικό παράδειγμα το Ρέθυμνο και τα Χανιά, όπου τα ντόπια βλαστάρια ασκούν μεν μια βίαια πολιτική, κυρίως ενάντια σε φοιτητές και άτομα που με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, και επίσης πουλάνε και προστασία σε διάφορα μπαρ του κέντρου. Ωστόσο, δε μπορεί κανείς να πει οτι πολιτικά το επίπεδο συγκρότησης αυτών των βίαιων συμπεριφορών έχει βρει την πολιτική έκφραση που χαρακτηρίζει τις πιο κεντρικές ομάδες. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει και η αντιφασιστική δράση συντρόφων στις πόλεις αυτές (πχ στο Ηράκλειο έχουν ουσιαστικά αποτρέψει τη δημιουργία γραφείων ως τώρα). Γεγονός παραμένει βέβαια η σύνδεση της οργάνωσης με λούμπεν στοιχεία, κυρίως χουλιγκάνους του ΟΦΗ.

    Αν και μου φαίνεται πως καταλαβαίνω το ζουμί της παρέμβασής σου για το άνοιγμα του αντιφασισμού στις διαδικασίες γειτονιάς και το πέρασμα από μια ‘στρατιωτικής’ μορφή αντιπαράθεση σε πιο διαδεδομένες διαδικασίες, ωστόσο δε συμμερίζομαι την εκτίμηση σου για την έκταση αυτών των διαδικασιών. Δηλαδή, ασφαλώς και είναι ευχής έργον να επεκταθεί ένας βαθύς αντιφασισμός στις λαϊκές συνελεύσεις και σε άλλες διαδικασίες βάσης. Από την άλλη όμως, τι γίνεται σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν τέτοιες; Αφήνεις τους φασίστες να δρουν ανενόχλητοι και να φτιάχνουν τις δομές και τα ριζώματά τους πουλώντας φούμαρα, προστασία και καθημερινό ρατσισμό, για να φτάσει η κατάσταση σε ένα σημείο να χρειάζεται να παρέμβεις πλέον σε εχθρικό πεδίο, όπως πχ στον Άγιο Παντελεήμονα; Συμπερασματικά, καλή η κριτική της αντιφα δράσης, αλλά όπως λένε και οι εγγλέζοι, να μην πετάμε το μωρό μαζί με τα νερά του μπάνιου. Άλλη η στρατηγική που χρειάζεται σε περιπτώσεις που υπάρχουν κοινωνικά ριζώματα, άλλη σε περιπτώσεις που αυτά είναι ακομα εν τη γενέσει τους.

    Επίσης, νομίζω οτι είναι εκφραστικό το ζήτημα, αλλά στην πρόταση που λέει: “Την σίτιση των πεινασμένων, την στέγαση των αστέγων, την αλληλεγγύη στους αγωνιζόμενους, την νομική στήριξη στους εργαζόμενους, την ιατρική περίθαλψη των ανασφάλιστων, πρέπει να τις αναλάβουμε εμείς” Νομίζω οτι δεν υπάρχει θέμα να αναλάβουμε τίποτα για κανέναν, αλλά αντίθετα να φτιάξουμε δομές που καλύπτουν εμάς μαζί με άλλους μέσα σε κοινότητες αγώνα. Αυτό νομίζω διαχωρίζει τις αντιδομές ενός κινήματος από τις αγαθοεργές εθελοντικές δομές του κράτους και όποιων άλλων μορφωμάτων: οτι αποτελούν ταυτόχρονα δράση και σύνθεση της τάξης, όχι προϊόν μιας φωτισμένης πρωτοπορίας. Κάτι τέτοιο έδειξαν και παλιότερες εμπειρίες, αλλά και πιο πρόσφατες, όπως εν μέρει ίσως αυτές της Αργεντινής.

    Ένα σημείο που δείχνει επίσης κάπως υπέρμετρη αισιοδοξία είναι το ότι ενώ συγκρίνοντας τα ριζώματα της ΧΑ με εκείνα του ανταγωνιστικού κινήματος, θεωρείς οτι τα πρώτα είναι σαφώς ρηχότερα σε σχέση με τα δεύτερα, ωστόσο στο τέλος λές οτι αυτά τελικά δεν είναι και τόσο βαθιά. Αυτό, εντάξει, δέχομαι πως είναι τεράστια κουβέντα, απλώς μου φαίνεται οτι είναι κάπως ασαφές για τον αναγνώστη.

    • Κι εγώ κάπως αυτό που λέει ο Συμεών Β. είχα ως προβληματισμό, δλδ εκεί που υπάρχει κενό τέτοιων διαδικασιών τι κάνεις; Ας πούμε στη Θεσσαλονίκη είχε προσπαθηθεί να δημιουργηθεί στα δυτικά της πόλης ένα στέκι πριν 2 χρόνια (από κόσμο που ως επί το πλείστον έμενε στα δυτικά) όπου (με όλες τις πολιτικές διαφωνίες που μπορεί να έχω με τους συντρόφους) θα ήταν ένα ρίζωμα σε μια ολόκληρη περιοχή της πόλης όπου μαζικές διαδικασίες έχει μόνο… ο ΠΑΟΚ. Μετά από πεσίματα στο στέκι από φασιστοχουλιγκάνους και σώμα με σώμα αλλά και με εμπρησμούς και με όλα τα συνακόλουθα προβλήματα που δημιούργησε στις σχέσεις με τη γειτονιά, εγκαταλείφθηκε. Και μάλιστα εγκαταλείφθηκε γενικά σαν ιδέα γιατί δεν μπορούσαν να σηκώσουν το κόστος το να απειλούνται συνεχώς με πέσιμο. Αποτέλεσμα είναι κάπως τα δυτικά να είναι σχετικά άβατο για παρέμβαση, παρόλο που λειτουργεί μετά τις “πλατείες” και μια λαική συνέλευση Αμπελοκήπων-Μενεμένης. Δηλαδή μπορεί να είναι και επικίνδυνο να πηγαίνουν λίγα άτομα για αφισοκόλληση (αν δε σκιστούν σε χρόνο dt). Πέρισυ επίσης, είχε οργανωθεί μια αντιφασιστική συναυλία και παρέμβαση στα δυτικά, το αποτέλεσμα ήταν να εμφανιστούν καμιά 20άρα “κάγκουρες” που ουσιαστικά αξίωναν από τον κόσμο να φύγει γιατί εκεί ήταν τα λημέρια τους. Εκεί φυσικά αναγνωρίζεις την έλλειψη σχέσεων με αυτό τον κόσμο, δηλαδή δεν σε ήξεραν από κάπου, δεν υπήρχες ούτε καν σαν αναφορά. Και το ερώτημα είναι: τι κάνεις, πώς δρας σε αυτές τις περιπτώσεις;

  7. (αναδημοσίευση)

    1

    «…προσήχθησαν στις Αστυνομικές Υπηρεσίες δώδεκα συνολικά άτομα, 9 Έλληνες και 3 αλλοδαποί υπήκοοι Αλβανίας». Mια διαπίστωση που μάλλον πλέον αποτελεί κοινοτυπία. Οι μετανάστες δευτερής γενιάς έχουν πλέον ενσωματωθεί και αποτελούν κομμάτι της εκπέσουσας μικροαστικής τάξης σε τέτοιο βαθμό που την ακολουθούν κανονικότατα στην εθνικιστική στροφή της. Ο μικροαστισμός αποδεικνύεται περίτρανα διεθνιστικό ρεύμα και οι νοικοκυραίοι όλων των εθνών στον Άγιο Παντελεήμονα και στην Πάτρα κάνουν από κοινού πογκρόμ ενάντια στους εξαθλιωμένους. Σε δευτερό επίπεδο, όταν το ψωμί δεν θα φτάνει ούτε για αυτούς, προφανώς και θα σφαχτούν μεταξύ τους. Προς το παρόν πάντως κάμποσοι πιτσιρικάδες Αλβανοί φαίνονται πρόθυμοι να ενταχθούν σε Τάγματα εφόδου και εξίσου πρόθυμες φαίνονται και οι φασιστικές συμμορίες να τους υποδεχτούν.

    2

    Το ζήτημα των πογκρόμ είναι κατ’εξοχήν ταξικό. Οι μετανάστες στην αρχή ήταν στο στόχαστρο γιατί έριχναν τις τιμές των ακινήτων, μετά λόγω εγκληματικότητας και τώρα εμφανίζεται το επιχείρημα ότι από την στιγμή που δεν μπορούν επιβιώσουν οι έλληνες φτωχοί, δεν είναι δυνατόν να εξακολουθούν να υπάρχουν μετανάστες. Το τελευταίο ερώτημα υποκρύπτει την ταξικότητα της σχέσης ντόπιων και μεταναστών. Οι ιθαγενείς της περιοχής που τυχαίνει να ονομάζεται Ελλάδα, αδυνατώντας να φανταστούν τους εαυτούς τους χωρίς να βρίσκονται μια τάξη παραπάνω από τους μετανάστες, σκέφτονται ότι αφού πλέον (ξανα)γίνονται οι ίδιοι εργάτες και άνεργοι, αγρότες ή ακτήμονες, δηλαδή αποτελούν την κατώτερη τάξη, δεν υπάρχει χώρος στην κοινωνική πυραμίδα για τους από κάτω. Η γλοιώδης μικροαστική ιδεολογία ενσωματώνει τον ατομικισμό στον ταξικό πόλεμο με την λογική όσο λιγίοτεροι φτωχοί μείνουμε τόσο πιο εύκολο θα είναι να επιβιώσουμε. Είναι ακριβώς οι ίδιοι που θα δεχτούν με χαρά στρατόπεδα συγκέντρωσης ανέργων, πογκρόμ εναντίων άστεγων ανεξαρτήτου εθνικότητας και που με χαρά θα αλληλοσφάζονται στις αρένες της Μητρόπολης.

    3

    Υπάρχει τεράστιο ζήτημα πλέον με αυτό που χοντρικά ονομάζεται ‘‘εγκληματικότητα’’. Η απόσυρση κράτους από τομείς της καθημερινότητας φέρνει αναγκαστικά την οργάνωση της κοινωνίας στην βάση της, είτε σε ριζοσπαστική, είτε σε φασιστική κατεύθυνση. Τα πογκρόμ αποτελούν την λύση που προτείνουν οι φασίστες και αγκαλιάζουν κάποια κοινωνικά κομμάτια ενάντια στην εγκληματικότητα. Το γεγονός ότι οι κάτοικοι στις Ιτιές διαχώρισαν την θέση τους από τους χρυσαυγίτες και ταυτόχρονα δήλωναν ότι θα αγωνιστούν μέχρι να φύγει και ο τελευταίος μετανάστης από την περιοχή, δημιουργεί τις προυποθέσεις για αποπολιτικοποίηση των φασιστικών πρακτικών και την επέκταση τους σαν κοινωνικό φαινόμενο. Αυτό είναι πολύ πιο επικίνδυνο από όσους ψήφους και να πάρουν οι χρυσαυγίτες. Η κοινωνία μπορεί με απλά λόγια να αυτοοργανωθεί και φασιστικά, ξεπερνώντας και τους χρυσαυγίτες και τον Χρυσοχοίδη και να βιώσουμε την διάχυση των πογκρόμ σαν άμεση λύση της μετανάστευσης και μάλιστα απο τα κάτω.

    4

    Η τακτική των πογκρόμ υπάρχει ακριβώς λόγω της έλλειψης του ανταγωνιστικού κινήματος να αρθρώσει λόγο για τέτοια ζητήματα. Μπορεί η φτώχεια και η εξαθλίωση να αποτελούν παράγωγα του καπιταλισμού και να εξαφανιστούν με την κοινωνική επανάσταση, αλλά εάν επιδιώκουμε την αυτοοργάνωση στο τώρα, θα πρέπει να ασχοληθούμε και με το ζήτημα της δικαιοσύνης και των αντικοινωνικών/κανιβαλιστικών συμπεριφορών. Εάν δεν γίνει αυτό, ο κόσμος θα αγκαλιάσει την πρόταση των φασιστών. Η περιφρούρηση των καταλήψεων και των πλατειών, η αυτοάμυνα και συνολικά η κινηματική εμπειρία μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την μια πρόταση που δεν θα περιλαμβάνει ούτε δικαστές και ειδικούς της δικαιοσύνης,ούτε γιάνηδες-αγιάνηδες, ούτε νόμους, ούτε μπάτσους και ανακριτές, ούτε δικηγόρους.

    5

    Μπορεί το συλλογικό κινηματικό φαντασιακό να μιλάει για τις ζαπατιστικές κοινότητες που όταν κλέψεις χτίζεις ένα σχολείο, ωστόσο στις δυτικές μητροπόλεις τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Στους ιθαγενείς του Μεξικού οι κοινοτιστικές αντιλήψεις δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν δομικό στοιχείο των κοινωνικών σχέσεων αλλά εδώ είναι Βαλκάνια, οι μαφίες κάνουν κουμάντο σε όλες σχεδόν τις χώρες ( σίγουρα και στο λιμάνι της Πάτρας), ο ατομικισμός και η βία αποτελούν μέρος της καθημερινότητας, και τα πράγματα είναι άγρια. Στις κοινωνικές σχέσεις εντός των τειχών τις Μητρόπολης σπάνια ο κατήγορος έχει ηθικό προβάδισμα από τον κατηγορούμενο. Η οικοδόμηση της λαικής δικαιοσύνης έναντι των φασιστικών πογκρόμ θα πρέπει να δομηθεί πάνω σε αυτές ακριβώς τις κοινωνικές σχέσεις, όπου όπως οι έλληνες, έτσι και οι μετανάστες δεν είναι όλοι αδέλφια μας και σίγουρα αξιολογούνται οι τρόποι επιβίωσης που επιλέγει ο καθένας.

    6

    Οι χρυσαυγίτες χαίρουν πλέον αμέριστης υποστήριξης εκείνου του κομματιού του κεφαλαίου που ελέγχει τα ΜΜΕ. Έχοντας πλέον την απαραίτητη ψυχολογία για να διεκδικήσουν χώρο στις εργατικές γειτονιές, οι ναζήδες πραγματοποιούν ανοιχτά πλέον πογκρόμ με σκοπό να πιστωθούν την ‘‘κάθαρση’’ περιοχών και την τήρηση της προεκλογικής τους δέσμευσης. Τα ΜΜΕ προβάλλουν όχι μόνο τις εκκαθαρίσεις αλλά και τις συγκρούσεις με ουδέτερο πρόσημο και τους δίνουν την δημοσιότητα που χρειάζονται για να οικοδομήσουν την μέχρι στιγμής ανύπαρκτη κοινωνική βάση τους. Πλέον ένα σημαντικά κομμάτι της αστικής τάξης στηρίζει τους χρυσαυγίτες στην προσπάθεια τους να πάρουν περιοχές προληπτικά γιατί υπάρχει κίνδυνος να τις πάρουν άλλοι.

    7

    Οι μπάτσοι δεν άφησαν να πραγματοποιηθεί το πογκρόμ γιατί φοβήθηκαν το ανεξέλεγκτο της κατάστασης. Η διαχείριση ενός πλήθους που επιδιώκει λυντσαρίσματα και κυρίως η πιθανή διάχυση του φαινομένου, σίγουρα ξεφεύγει από τις αρμοδιότητες μια υπηρεσιακής κυβέρνησης και χρειάζεται πολιτικές αποφάσεις.

    8

    Η ελληνική ακροδεξιά μπορεί μέσω των πογκρόμ να αποκτήσει δεσμούς με τα βίαια μητροπολιτικά υποκείμενα που μέχρι τώρα συμμετείχαν στις ‘‘δικές μας’’ συγκρούσεις. Οι φασίστες φαίνεται πλέον να δρούν βάση σοβαρού πολιτικού σχεδιασμού και ρισκάρουν τις ελεγχόμενες συγκρούσεις προκειμένου να δικαιολογήσουν την υποτιθέμενη αντισυστημικότητα τους. Εάν καταφέρουν έτσι να μαζικοποιήσουν τις μονάδες κρούσης τους και ταυτόχρονα να αποκτήσουν πραγματικούς κοινωνικούς δεσμούς με την παροχή ασφάλειας σε περιοχές πέραν του Αγ.Παντελεήμονα, μπορούν να αναπτυχθούν με τεράστια ταχύτητα.

    9

    Τα γεγονότα της Πάτρας με τα γεγονότα του Μαίου μετά το φόνου του Μανώλη Καντάρη στην Αθήνα έχουν πάρα πολλές ομοιότητες και μια μεγάλη διαφορά. Τα γεγονότα στην Αθήνα σταμάτησαν ακριβώς την μέρα που η γυναίκα του Καντάρη δήλωσε ότι δεν θέλει καμία σχέση με τους μαχαιροβγάλτες της Χ.Α, σε αντίθεση με την περίπτωση της Πάτρας που το κράξιμο στους χρυσαυγίτες από τους κοντινούς ανθρώπους του θύματος δεν φέρεται να έφερε κάποιο αποτέλεσμα. Σε περίοδο κρίσης τα δεδομένα αλλάζουν ταχύτατα και ενώ στην πρώτη περίπτωση οι χρυσαυγίτες μάλλον έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση του πογκρόμ ( λογικά χωρίς αυτούς δεν θα γινόταν κάτι ) στην δεύτερη έδρασαν απλά επικουρικά πάνω στις δηλωμένες διαθέσεις του πλήθους.

    10

    Το μεταναστευτικό ζήτημα δεν είναι τίποτα διαφορετικό από την μετακίνηση πληθυσμών και την συσσώρευση τους σε μεγάλα αστικά κέντρα, η οποία ποτέ δεν σταμάτησε να υπάρχει. Αυτές οι μάζες που μετακινούνται αποτελούνται και από έλληνες προλετάριους που φεύγουν προς χώρες με πιο υγιή καπιταλισμό. Η υπερσυσσώρευση των πολυεθνικών προλεταριακών πλυθησμών στις δυτικές Μητροπόλεις, όταν χαρακτηρίζεται σαν μεταναστευτικό ‘‘πρόβλημα’’ αναδυκνύει ακριβώς αυτήν την εθνικιστική λογική που τονίζει την πολυεθνικότητα και όχι ίδια την υπερσυσσώρευση ή την εξαθλίωση αυτών των πλυθησμών που αποτελούν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της κατάστασης. Ταυτόχρονα η υπερβολική αστικοποίηση υπάρχει και σε χώρες χωρίς ιδιαίτερη μετανάστευση όπως η Βραζιλία και αποτελεί παράγωγο της φτωχοποίησης της υπαίθρου. Με απλά λόγια ακόμα και εάν έφευγαν οι μετανάστες με το υπάρχον καθεστώς πάλι δεν θα χωράγαμε όλοι και σίγουρα δεν θα επαρκούσαν οι υπάρχουσες θέσεις εργασίας. Το καθεστώς θα εφεύρει τότε άλλου τύπου ρατσισμούς είτε τοπικιστικούς είτε ενάντια σε άστεγους και εξαρτημένους για να τους προωθήσει σαν κεντρικό πολιτικό ζήτημα και πάλι θα βρεθούν οι μάζες ηλιθίων για να τις αναπαράγουν.

    11

    Στον αντίποδα, είναι δεδομένο ότι με την κοινωνικοποίηση της γης και των μέσων παραγωγής τα παραγόμενα αγαθά θα επαρκούν για όλους. Θα επαρκούσαν ακόμα και με μια πιο σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείριση της εξουσίας ή με πιο ομαλή καπιταλιστική ανάπτυξη. Απλά τα δύο τελευταία σενάρια δεν βρίσκονται ανάμεσα στα σχέδια των αφεντικών. Αντίστοιχα επαρκούν τα εγκαταλλελειμένα ή μη σπίτια για να στεγαστούμε. Το πρόβλημα ήταν και θα παραμένει η κατάληψη της παραγωγής και του κοινωνικού πλούτου από την αστική τάξη και η ανάλογη αστυνομική/στρατιωτική κατοχή που έχει επιβληθεί επί του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, το ότι έχουμε εκχωρήσει στους καπιταλιστές ακόμα και το θεμελιώδες δικαίωμα μας να υπάρχουμε.

    12

    Μαζί με την ανάπτυξη του αντιφασισμού, πρέπει να κατανοήσουμε και την μερικότητα του. Εάν οι φασίστες επιδιώκουν να παρεμβαίνουν στις φτωχογειτονιές και στις λαικές συνοικίες (δίνοντας έμφαση σε αυτές που δεν υπάρχουμε εμείς) πρέπει να επεκτείνουμε τους πυρήνες και τις δομές μας σε όσες περισσότερες περιοχές γίνεται και να επιδιώξουμε την αυτοοργάνωση της καθημερινότητας, ελλήνων και μεταναστών, στην βάση της ισότητας και της αλληλεγγύης. Πρέπει να χτίσουμε αυτές τις κοινότητες που θα μπορούν να επιβιώνουν και να τις προτείνουμε στην κοινωνία. Να πάρουμε τον κοινωνικό χώρο πρίν τους φασίστες.

    13

    Η υποτιθέμενη αντισυστημικότητα των φασιστών και η προσπάθεια τους να εμφανιστούν σαν αντικαθεστωτική δύναμη αναδεικνύει την άμεση ανάγκη για δράση. Το καθεστώς έχει σαπίσει και οι συνθήκες είναι πιο ώριμες από ποτέ. Η επερχόμενη αποτυχία της αριστερόστροφης διαχείρησης της εξουσίας να επιλύσει το κοινωνικό ζήτημα θα διαλύσει και τις τελευταίες αυταπάτες. Το αδιέξοδο των στημένων συγκρούσεων πρέπει να καταδειχθεί και ταυτόχρονα να αξιοποιήσουμε τις όλο και περισσότερες τυχαίες αφορμές που μπορούν δυνητικά να δημιουργήσουν κοινωνικές εκρήξεις. Ο δρόμος, η εξέγερση και η αποτελεσματικότητα των εχθροπραξιών με το καθεστώς αποτελούν πεδία ζήμωσης με μεγάλα πλήθη και μάζες φτωχοποιημένων. Ακριβώς επειδή αυτός ο κόσμος πλέον μπορεί να στραφεί προς οπουδήποτε, η οργάνωση της επίθεσης στο καθεστώς αποτελεί πολύπλοκη συνάρτηση, μεγάλη αναγκαιότητα, τεράστια δυνατότητα και σημαντικό ιστορικό στοίχημα.

    14

    Όταν το ανταγωνιστικό κίνημα επιλέξει να βγεί μπροστά, οργανωμένα και επιθετικά, να συγκροτηθεί δηλαδή σαν επαναστατικό κίνημα, οι χρυσαυγίτες και οι φασίστες θα ξανακρυφτούν πίσω από τους μπάτσους.

    ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

  8. Θα ήθελα να ρωτήσω τον συγγραφέα του κειμένου, τον Ηobo, πώς συνάδει η κριτική της πολιτικής ταυτότητας με τα υποτιμητικά σχόλια για την εκλογική βάση του Σύριζα. Εντάξει αντιεξουσιαστές δεν είναι, δεν είναι και προλετάριοι; Ή μήπως είναι εγκλωβισμένοι στην πασοκική πρώην πολιτική τους ταυτότητα; Τελικά, μήπως μία αντιδραστική πολιτική ταυτότητα υπεραναπληρώνει την έλλειψη κομμουνιστικής/συντροφικής αγάπης/κουζίνας, προβολών και οργάνωσης σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής. Τι προτείνεις πρακτικά να γίνει με αυτούς τους ανθρώπους;

  9. Δεν ξέρω αν υπάρχει ένα «ήθος δημόσιου διαλόγου στο διαδίκτυο», που απαιτεί άμεση απάντηση στα ζητήματα που τίθενται, αν υπάρχει όμως κάτι τέτοιο, εγώ διαφωνώ πολιτικά. Το σάιτ αυτό δεν είναι ιντιμίντια, διαδικτυακό καφενείο δηλαδή, αντίθετα (φιλοδοξεί να) είναι χώρος ανταλλαγής απόψεων που έχουν βάρος στα κινηματικά πράγματα, που συνδέονται δηλαδή άρρηκτα με πολιτικές δεσμεύσεις, με σκέψεις και με δράσεις συλλογικών υποκειμένων. Τα γράφω αυτά επειδή καθυστέρησα να «απαντήσω» στους σ/φους και τις σ/φισσες που βάλανε κάποια ζητήματα. Με άλλα λόγια (κι επειδή τρέχω ασύστολα κι επειδή είμαι άπειρος στα ήθη του διαδικτύου), υπερασπίζομαι ένα άλλο «χρόνο διαλόγου» σ’αυτό το σάιτ. Οπότε υποθέτω ότι θα κατανοείτε την καθυστέρηση στις απαντήσεις.

    Συνοπτικά τώρα, θα επικεντρωθώ στο πιο ενδιαφέρον ζήτημα που βάζουν οι σ.β. και Ε.

    Γράφει ο σ.β.: «Δηλαδή, ασφαλώς και είναι ευχής έργον να επεκταθεί ένας βαθύς αντιφασισμός στις λαϊκές συνελεύσεις και σε άλλες διαδικασίες βάσης. Από την άλλη όμως, τι γίνεται σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν τέτοιες;»
    Το ερώτημα του σ.β. (που με μια έννοια συμπληρώνεται από την παρέμβαση της Ε) είναι σημαντικό. Τι κάνεις όπου δεν υπάρχουν λαϊκές συνελεύσεις και άλλες διαδικασίες βάσης σε σχέση με την αντιφασιστική δράση;
    Καταρχήν να πούμε ότι συνελεύσεις γειτονιών, στην πραγματικότητα αρχίζουν να αναπτύσσονται πιο διευρυμένα (και με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά) μετά το Δεκέμβρη του 2008. Η δράση των ναζί και η αντιφασιστική δράση μετράει πολλά χρόνια.
    Δεύτερο. Διαχωρισμός της αντιφασιστικής δράσης από την ταξική παρέμβαση του εργατικού κινήματος είναι ένα φαινόμενο πολύ πρόσφατο στην ιστορία, ουσιαστικά αναπτύσσεται μετά την ήττα των αγώνων του 65-75. Πυρήνες αντιφασιστικής δράσης συγκροτημένοι ως τέτοιοι με συγκεκριμένο ρόλο το κυνήγι των φασιστών δεν υπήρχαν εννοείται ούτε στην γερμανία του μεσοπολέμου, ούτε στην ελλάδα του μεσοπολέμου, ούτε στον ιταλικό μάη (68-79), ούτε ακόμα στην ισπανία του 33-36 (αντίθετα υπήρχαν πολλοί φασίστες, ειδικά στη γαλλία τα χρόνια του πολέμου της Αλγερίας). Πυρήνες τέτοιοι φτιάχνονται μέσα σε συγκεκριμένες κοινωνικό-ιστορικές συνθήκες στην δυτική ευρώπη, όταν αρχίζει η αποσύνθεση του αυτόνομου εργατικού κινήματος: ακόμα και η συμμορία Μπελίνι (για όποιος έχει υπόψιν το γνωστό μυθιστόρημα που περιγράφει τη ζωή μιας αντιφασιστικής μαθητικής ομάδας στα χρόνια του 70 στο Μιλάνο), δεν αναπτύσσεται απλώς σαν ένας πολιτικός σχηματισμός. Έχει κοινωνικό έδαφος και ριζώματα, κι όταν χάνει αυτό το έδαφος (π.χ. όταν οι μαθητές του λυκείου που την αποτελούν, αρχίζουν να αποφοιτούν και να χάνουν τους εδαφικοποιμένους κοινωνικούς δεσμούς τους), φροντίζουν να το αναζητήσουν αλλού. Οι πυρήνες αυτοί ιδεολογικά και κοινωνικά δεν είναι άσχετοι με την πολιτική της ταυτότητας που αρχίζει να αναπτύσσεται την ίδια περίοδο.
    Επίσης, αργά ή γρήγορα οι πυρήνες αυτοί εκμιλιταρίζονται.
    Τρίτο. Είπαμε ότι, είτε μπουν στη βουλή στις επόμενες εκλογές οι ναζί, είτε όχι, έχουν πια κάποια εχέγγυα για μια πιο εξωστρεφή, μαζική παρέμβαση σε σχέση με το παρελθόν και στα πλαίσια ενός κλίματος που θα γίνεται όλο και πιο ευνοϊκό καθώς η διαδικασία της κρίσης θα εξελίσσεται. Αυτό θα συνιστά όντως έμφαση σε μια δουλειά τύπου αγ.παντελεήμονα (ήδη διακυρήττουν ότι ένα κομμάτι της βουλευτικής τους αποζημίωσης θα πηγαίνει σε συσσίτια για έλληνες) για ένα κομμάτι του στελεχιακού τους δυναμικού, ενώ το άλλο κομμάτι θα συνεχίσει κανονικά τις δουλειές στην εγκληματική οικονομία (μπορούμε φυσικά να υποθέσουμε, πράγμα που δεν κάνω στο κείμενο παραπάνω, ότι αυτά τα δύο κομμάτια δεν θα είναι άσχετα μεταξύ τους: χαλαρά δηλαδή θα τσιμπάνε κόσμο που θα «βοηθιέται» και θα τον σπρώχνουν στο έγκλημα. Ήδη αυτό υπονοεί ο μιχαλολιάκος όταν υποστηρίζει ότι με 3 ευρώ από κάθε έλληνα, φτιάχνουμε ιδιωτικές εταιρίες σεκιούριτι και αναλαμβάνουμε την προστασία όλων των ελλήνων). Αυτό πάει να πει ότι μια στρατιωτική αντιπαράθεση μαζί τους θα γίνεται όλο και πιο μάταιη.
    Τέταρτο. Για να αντιμετωπιστούν οι ναζί σε μια γειτονιά, προφανώς είναι παντελώς ανεπαρκή τα ακτιβίστικα χτυπήματα στα γραφεία τους, ή μία πορεία στόμα-στόμα κάθε χρόνο. Χρειάζονται κοινωνικές συμμαχίες μέσα στην γειτονιά. Αυτές οι συμμαχίες πρέπει να συγκροτηθούν με δουλειά μυρμηγκιού, δηλαδή καθημερινή, συνεχή, μακροχρόνια. Δεν καταλαβαίνω γιατί αυτή η δουλειά θα πρέπει να βάζει στο κέντρο της την ιδεολογία του αντιφασισμού, κι όχι τα προβλήματα της καθημερινότητας των μεταναστών και της νεολαίας (κι όχι μόνο) της γειτονιάς. Γιατί δηλαδή να μην αποκοπεί πρώτα η δυνατότητα των φασιστών να φτιάξουν ριζώματα και μετά να χτυπηθούν, αντί να επιδιωχθεί μια στρατιωτική αντιπαράθεση μαζί τους εξ αρχής; Μια στρατιωτική αντιπαράθεση, που κακά τα ψέματα, το γνωρίζουμε όλοι μας καλά, ότι δεν είναι το ατού μας. Όχι επειδή οι φασίστες είναι ντουλάπες, ή πιο πολλοί από εμάς. Αλλά επειδή οι φασίστες ως επαγγελματίες δολοφόνοι είναι αδίστακτοι, ενώ εμείς όχι. Ας θυμηθούμε ότι διάφορες παρέες πριν από πολλά χρόνια είχαν πετύχει το γνωστό χοιρινό σε διάφορες περιοχές στην αθήνα και τον είχαν λιντζάρει, αλλά καμιά δεν έβγαλε ένα μαχαίρι να τον τελειώσει. Αντίθετα αυτός δύο φορές είχε συναντήσει πιτσιρίκια και δύο φορές έβγαλε το μαχαιράκι του και τα έσφαξε.
    Πέμπτο όλα τα παραπάνω πρέπει να τα δουλέψουμε στην πράξη. Με τον τρόπο που το κάνουμε μέχρι τώρα. Αν χρειαστεί να τσακιστούν οι φασίστες, ας τους τσακίσουμε στο πεδίο που έχουμε (συγκριτικό) πλεονέκτημα: στην ανοιχτή, μαζική, κοινωνικά γειωμένη, παρέμβαση και δράση.

    Στον Taki
    Σύντροφε ποια είναι τα «υποτιμητικά σχόλια για την εκλογική βάση του Σύριζα»; Αυτό που έγραψα είναι ότι ένα μέρος του κόσμου των πλατειών ψήφισε συριζα σαν εναλλακτική διέξοδο από την κρίση κι αυτή η επιλογή (για ένα κομμάτι αυτού του κόσμου) ήταν κατά την γνώμη μου ιδεολογική επιλογή, δηλαδή διαχωρισμένη από την πραγματικότητα που εκφράζει ο συριζα.
    Τώρα αν πιστεύεις ότι λέγοντας «κριτική στην πολιτική ταυτότητα», εννοούμε ότι «όλες οι πολιτικές μορφές είναι το ίδιο», ή «ζήτω το απολιτίκ», αυτό δεν ισχύει. Δηλαδή λέγοντας «κριτική στην πολιτική ταυτότητα» δεν εννοούμε ότι «είμαστε υπεράνω των πολιτικών μορφών» ή «υπεράνω των πολιτικών ιδεολογιών», εννοώντας ως ιδεολογίες τα συστήματα ιδεών, όχι τις διαχωρισμένες σκέψεις από τις δράσεις (δηλαδή τις «ψευδείς συνειδήσεις», που λέγανε κάποιοι πιο παλιά). Από αυτό συνεπάγεται ότι διατηρούμε την συνήθεια να κρίνουμε όλες τις πολιτικές μορφές.
    Τώρα για την εκλογική βάση του συριζα. Να δεχτούμε καταρχήν το αυτονόητο: η εκλογική βάση του συριζα αυτές τις εκλογές άλλαξε άρδην, καταρχήν ποσοτικά, κατά την γνώμη μου ίσως και ποιοτικά. Δεύτερο. Η μέχρι τώρα εκλογική βάση του συριζα γνωρίζουμε όλοι ποιοι ήταν: ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, μικρά ή μεσσαία αφεντικά (κι από κει και πέρα: φοιτητές, κλπ). Αυτό πολύ εύκολα μπορεί να το δει κάποιος και στην ταξική σύνθεση του στελεχικού δυναμικού του συριζα.
    Τρίτο: εκπροσωπεί σήμερα ο συριζα κι άλλα κοινωνικά στρώματα, π.χ. εργαζόμενους και εργαζόμενες κατώτερους ιεραρχικά (διευθυνόμενους) του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, άνεργους και άνεργες; Κατά την γνώμη μου, ναι, εκπροσωπεί ένα μικρό (σεβαστό ωστόσο) κομμάτι τους. Άρα εν μέρει έχεις δίκιο (ωστόσο ας είμαστε σίγουροι ότι δεν εκπροσωπεί την πλειοψηφία τους).
    Και τέλος κάτι που θα πρέπει να χουμε υπόψιν μας, αλλά που «ξεχνάνε» οι περισσότεροι: Η νέα εκλογική βάση του συριζα, όπως κι αν αποτυπωθεί στις επόμενες εκλογές, δεν αντανακλά σε καμία περίπτωση αντίστοιχη οργανωμένη κοινωνική δύναμη, με τον τρόπο που αντανακλούσε μια τέτοια, η εκλογική βάση του πασοκ το 81. Για να ίσχυε κάτι τέτοιο θα έπρεπε οι πολιτικοί μετασχηματισμοί να ήταν προϊόν των κοινωνικών μετασχηματισμών, πράγμα που δεν ισχύει στην περίπτωση μας, λόγω –ανάμεσα στα άλλα- της παρατεταμένης κρίσης εκπροσώπησης που βιώνει η ελληνική κοινωνία. Αυτό πρακτικά πάει να πει ότι η εκλογική βάση του συριζα δεν εκφράζει συγκροτημένες κοινωνικές συμμαχίες, κι αν εκφράζει τέτοιες αυτές είναι ρευστές, αδύναμες, θα έλεγα ευκαιριακές, στο στάδιο της δοκιμής.
    Με αυτή την έννοια πολύ περισσότερο από το να είναι εγκλωβισμένοι στην «αντιδραστική τους πολιτική ταυτότητα», όσοι πρώην πασόκοι ψηφίζουν συριζα, νομίζω ότι είναι εγκλωβισμένοι πρώτα και κύρια στην ταξική και κοινωνική τους θέση.
    Αλλά εδώ αρχίζει μια μεγάλη συζήτηση

1 Trackback / Pingback

  1. Αναλύσεις και Κείμενα Σχετικά με τις Κοινωνικοπολιτικές Εξελίξεις (update 15/05)

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*